ρήματα σε -μι Flashcards

ἵημι, τίθημι, δίδωμι, ἵστημι, δείκνυμι, ἐπίσταμαι, δύναμαι (238 cards)

1
Q

ἵημι ενεστώτας οριστική

A

ἵημι
ἵης
ἵησι / ἵησιν
ἵεμεν
ἵετε
ἱᾶσι / ἱᾶσιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

ἵημι ενεστώτας υποτακτική

A

ἱῶ
ἱῇς
ἱῇ
ἱῶμεν
ἱῆτε
ἱῶσι / ἱῶσιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

ἵημι ενεστώτας προστακτική

A
  • ἵει
    ἱέτω
  • ἵετε
    ἱέντων / ἱέτωσαν
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

ἵημι ενεστώτας απαρέμφατο

A

ἱέναι

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

ἵημι ενεστώτας μετοχή

A

ὁ ἱείς
τοῦ ἱέντος
τῷ ἱέντι
τόν ἱέντα
(ὦ) ἱείς
οἱ ἱέντες
τῶν ἱέντων
τοῖς ἱεῖσι / ἱεῖσιν
τούς ἱέντας
(ὦ) ἱέντες
ἡ ἱεῖσα
τῆς ἱείσης
τῇ ἱείσῃ
τήν ἱεῖσαν
(ὦ) ἱεῖσα
αἱ ἱεῖσαι
τῶν ἱεισῶν
ταῖς ἱείσαις
τάς ἱείσας
(ὦ) ἱεῖσαι
τό ἱέν
τοῦ ἱέντος
τῷ ἱέντι
τό ἱέν
(ὦ) ἱέν
τά ἱέντα
τῶν ἱέντων
τοῖς ἱεῖσι / ἱεῖσιν
τά ἱέντα
(ὦ) ἱέντα

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

ἵημι ενεστώτας ευκτική

A

ἱείην
ἱείης
ἱείη
ἱείημεν / ἱεῖμεν
ἱείητε / ἱεῖτε
ἱείησαν / ἱεῖεν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

ἵημι παρατατικός οριστική

A

ἵην
ἵεις
ἵει
ἵεμεν
ἵετε
ἵεσαν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

ἵημι μέλλοντας οριστική

A

ἥσω
ἥσεις
ἥσει
ἥσομεν
ἥσετε
ἥσουσι / ἥσουσιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

ἵημι μέλλοντας ευκτική

A

ἥσοιμι
ἥσοις
ἥσοι
ἥσοιμεν
ἥσοιτε
ἥσοιεν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

ἵημι μέλλοντας απαρέμφατο

A

ἥσειν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

ἵημι μέλλοντας μετοχή

A

ὁ ἥσων
τοῦ ἥσοντος
τῷ ἥσοντι
τόν ἥσοντα
(ὦ) ἥσων
οἱ ἥσοντες
τῶν ἡσόντων
τοῖς ἥσουσι / ἥσουσιν
τούς ἥσοντας
(ὦ) ἥσοντες

ἡ ἥσουσα
τῆς ἡσούσης
τῇ ἡσούσῃ
τήν ἥσουσαν
(ὦ) ἥσουσα
αἱ ἥσουσαι
τῶν ἡσουσῶν
ταῖς ἡσούσαις
τάς ἡσούσας
(ὦ) ἥσουσαι

τό ἧσον
τοῦ ἥσοντος
τῷ ἥσοντι
τό ἧσον
(ὦ) ἧσον
τά ἥσοντα
τῶν ἡσόντων
τοῖς ἥσουσι / ἥσουσιν
τά ἥσοντα
(ὦ) ἥσοντα

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

ἵημι αόριστος β οριστική

A

ἧκα
ἧκας
ἧκε
εἷμεν
εἷτε
εἷσαν / ἧκαν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

ἵημι αόριστος β υποτακτική

A


ᾗς

ὧμεν
ἧτε
ὧσι / ὧσιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

ἵημι αόριστος β ευκτική

A

εἵην
εἵης
εἵη
εἵημεν / εἷμεν
εἵητε / εἷτε
εἵησαν / εἷεν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

ἵημι αόριστος β προστακτική

A
  • ἕς
    ἕτω
  • ἕτε
    ἕντων / ἕτωσαν
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

ἵημι αόριστος β απαρέμφατο

A

εἷναι

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

ἵημι αόριστος β μετοχή

A

ὁ εἵς
τοῦ ἕντος
τῷ ἕντι
τόν ἕντα
(ὦ) εἵς
οἱ ἕντες
τῶν ἕντων
τοῖς εἷσι / εἷσιν
τούς ἕντας
(ὦ) ἕντες

ἡ εἷσα
τῆς εἵσης
τῇ εἵσῃ
τήν εἷσαν
(ὦ) εἷσα
αἱ εἷσαι
τῶν εἱσῶν
ταῖς εἵσαις
τάς εἵσας
(ὦ) εἷσαι

τό ἕν
τοῦ ἕντος
τῷ ἕντι
τό ἕν
(ὦ) ἕν
τά ἕντα
τῶν ἕντων
τοῖς εἷσι / εἷσιν
τά ἕντα
(ὦ) ἕντα

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

ἵημι παρακείμενος οριστική

A

εἷκα
εἷκας
εἷκε / εἷκεν
εἵκαμεν
εἵκατε
εἵκασι / εἵκασιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

ἵημι υπερσυντέλικος οριστική

A

εἵκειν
εἵκεις
εἵκει
εἵκεμεν
εἵκετε
εἵκεσαν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

ἵημι παρακείμενος υποτακτική

A

εἱκώς ὦ
εἱκώς ᾖς
εἱκώς ᾖ
εἱκότες ὦμεν
εἱκότες ἦτε
εἱκότες ὦσι / εἱκότες ὦσιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

ἵημι παρακείμενος ευκτική

A

εἱκώς εἴην
εἱκώς εἴης
εἱκώς εἴη
εἱκότες εἴημεν / εἱκότες εἶμεν
εἱκότες εἴητε / εἱκότες εἶτε
εἱκότες εἴησαν / εἱκότες εἶεν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

ἵημι παρακείμενος προστακτική

A
  • εἱκώς ἴσθι
    εἱκώς ἔστω
  • εἱκότες ἔστε
    εἱκότες ἔστων / εἱκότες ἔστωσαν / εἱκότες ὄντων
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

ἵημι παρακείμενος απαρέμφατο

A

εἱκέναι

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
Q

ἵημι παρακείμενος μετοχή

A

ὁ εἱκώς
τοῦ εἱκότος
τῷ εἱκότι
τόν εἱκότα
(ὦ) εἱκώς
οἱ εἱκότες
τῶν εἱκότων
τοῖς εἱκόσι / εἱκόσιν
τούς εἱκότας
(ὦ) εἱκότες

ἡ εἱκυῖα
τῆς εἱκυίας
τῇ εἱκυίᾳ
τήν εἱκυῖαν
(ὦ) εἱκυῖα
αἱ εἱκυῖαι
τῶν εἱκυιῶν
ταῖς εἱκυίαις
τάς εἱκυίας
(ὦ) εἱκυῖαι

τό εἱκός
τοῦ εἱκότος
τῷ εἱκότι
τό εἱκός
(ὦ) εἱκός
τά εἱκότα
τῶν εἱκότων
τοῖς εἱκόσι / εἱκόσιν
τά εἱκότα
(ὦ) εἱκότα

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
25
ἵεμαι ενεστώτας οριστική
ἵεμαι ἵεσαι ἵεται ἱέμεθα ἵεσθε ἵενται
26
ἵεμαι παρατατικός οριστική
ἱέμην ἵεσο ἵετο ἱέμεθα ἵεσθε ἵεντο
27
ἵεμαι αόριστος οριστική
ἡκάμην ἥκω - - ἥκασθε ἥκαντο εἵμην εἷσο εἷτο εἵμεθα εἷσθε εἷντο εἵθην εἵθης εἵθη εἵθημεν εἵθητε εἵθησαν
28
ἵεμαι ενεστώτας υποτακτική
ἱῶμαι ἱῇ ἱῆται ἱώμεθα ἱῆσθε ἱῶνται
29
ἵεμαι ενεστώτας ευκτική
ἱείμην ἱεῖο ἱεῖτο ἱείμεθα ἱεῖσθε ἱεῖντο
30
ἵεμαι ενεστώτας προστακτική
- ἵεσο ἱέσθω - ἵεσθε ἱέσθων / ἱέσθωσαν
31
ἵεμαι ενεστώτας απαρέμφατο
ἵεσθαι
32
ἵεμαι ενεστώτας μετοχή
ὁ ἱέμενος τοῦ ἱεμένου τῷ ἱεμένῳ τόν ἱέμενον (ὦ) ἱέμενε οἱ ἱέμενοι τῶν ἱεμένων τοῖς ἱεμένοις τούς ἱεμένους (ὦ) ἱέμενοι ἡ ἱεμένη τῆς ἱεμένης τῇ ἱεμένῃ τήν ἱεμένην (ὦ) ἱεμένη αἱ ἱέμεναι τῶν ἱεμένων ταῖς ἱεμέναις τάς ἱεμένας (ὦ) ἱέμεναι τό ἱέμενον τοῦ ἱεμένου τῷ ἱεμένῳ τό ἱέμενον (ὦ) ἱέμενον τά ἱέμενα τῶν ἱεμένων τοῖς ἱεμένοις τά ἱέμενα (ὦ) ἱέμενα
33
ἵεμαι μέλλοντας οριστική
ἥσομαι ἥσει / ἥσῃ ἥσεται ἡσόμεθα ἥσεσθε ἥσονται ἑθήσομαι ἑθήσει / ἑθήσῃ ἑθήσεται ἑθησόμεθα ἑθήσεσθε ἑθήσονται
34
ἵεμαι μέλλοντας ευκτική
ἡσοίμην ἥσοιο ἥσοιτο ἡσοίμεθα ἥσοισθε ἥσοιντο ἑθησοίμην ἑθήσοιο ἑθήσοιτο ἑθησοίμεθα ἑθήσοισθε ἑθήσοιντο
35
ἵεμαι μέλλοντας απαρέμφατο
ἥσεσθαι εθήσεσθαι
36
ἵεμαι μέλλοντας μετοχή
ὁ ἡσόμενος, ἡ ἡσομένη, τό ἡσόμενον ὁ ἑθησόμενος, ἡ ἑθησομένη, τό ἑθησόμενον
37
ἵεμαι αόριστος υποτακτική
ὧμαι ᾗ ἧται ὥμεθα ἧσθε ὧνται ἑθῶ ἑθῇς ἑθῇ ἑθῶμεν ἑθῆτε ἑθῶσι / ἑθῶσιν
38
ἵεμαι αόριστος ευκτική
εἵμην εἷο εἷτο εἵμεθα εἷσθε εἷντο ἑθείην ἑθείης ἑθείη ἑθείημεν / ἑθεῖμεν ἑθείητε / ἑθεῖτε ἑθείησαν / ἑθεῖεν
39
ἵεμαι αόριστος προστακτική
- οὗ ἕσθω - ἕσθε ἕσθων / ἕσθωσαν - ἕθητι ἑθήτω - ἕθητε ἑθέντων / ἑθήτωσαν
40
ἵεμαι αόριστος απαρέμφατο
ἕσθαι ἑθῆναι
41
ἵεμαι αόριστος μετοχή
ὁ ἑθείς, ἡ ἑθεῖσα, τό ἑθέν ὁ ἕμενος, ἡ ἑμένη, τό ἕμενον
42
παρακείμενος οριστική ἵεμαι
εἷμαι εἷσαι εἷται εἵμεθα εἷσθε εἷνται
43
ἵεμαι παρακείμενος υποτακτική
εἱμένος ὦ εἱμένος ᾖς εἱμένος ᾖ εἱμένοι ὦμεν εἱμένοι ἦτε εἱμένοι ὦσι / εἱμένοι ὦσιν
44
ἵεμαι παρακείμενος ευκτική
εἱμένος εἴην εἱμένος εἴης εἱμένος εἴη εἱμένοι εἴημεν / εἱμένοι εἶμεν εἱμένοι εἴητε / εἱμένοι εἶτε εἱμένοι εἴησαν / εἱμένοι εἶεν
45
ἵεμαι παρακείμενος προστακτική
- εἷσο εἵσθω - εἷσθε εἵσθων / εἵσθωσαν
46
ἵεμαι παρακείμενος απαρέμφατο
εἷσθαι
47
ἵεμαι παρακείμενος μετοχή
ὁ εἱμένος, -η, -ον
48
ἵεμαι υπερσυντέλικος οριστική
εἵμην εἷσο εἷτο εἵμεθα εἷσθε εἷντο
49
τίθημι ενεστώτας οριστική
τίθημι τίθης τίθησι / τίθησιν τίθεμεν τίθετε τιθέασι / τιθέασιν
50
τίθημι παρατατικός οριστική
ἐτίθην ἐτίθεις ἐτίθει ἐτίθεμεν ἐτίθετε ἐτίθεσαν
51
τίθημι αόριστος β οριστική
ἔθηκα ἔθηκας ἔθηκε ἔθεμεν ἔθετε ἔθεσαν
52
τίθημι ενεστώτας υποτακτική
τιθῶ τιθῇς τιθῇ τιθῶμεν τιθῆτε τιθῶσι / τιθῶσιν
53
τίθημι ενεστώτας ευκτική
τιθείην τιθείης τιθείη τιθείημεν / τιθεῖμεν τιθείητε / τιθεῖτε τιθείησαν / τιθεῖεν
54
τίθημι ενεστώτας προστακτική
- τίθει τιθέτω - τίθετε τιθέντων / τιθέτωσαν
55
τίθημι ενεστώτας απαρέμφατο
τιθέναι
56
τίθημι ενεστώτας μετοχή
ὁ τιθείς, ἡ τιθεῖσα, τό τιθέν
57
τίθημι αόριστος β υποτακτική
θῶ θῇς θῇ θῶμεν θῆτε θῶσι / θῶσιν
58
τίθημι αόριστος β ευκτική
θείην θείης θείη θείημεν / θεῖμεν θείητε / θεῖτε θείησαν / θεῖεν
59
τίθημι αόριστος β προστακτική
- θές θέτω - θέτε θέντων / θέτωσαν
60
τίθημι αόριστος β απαρέμφατο
θεῖναι
61
τίθημι αόριστος β μετοχή
ὁ θείς, ἡ θεῖσα, τό θέν
62
τίθημι παρακείμενος οριστική
τέθεικα / τέθηκα τέθεικας / τέθηκας τέθεικε / τέθεικεν / τέθηκε / τέθηκεν τεθείκαμεν / τεθήκαμεν τεθείκατε / τεθήκατε τεθείκασι / τεθείκασιν / τεθήκασι / τεθήκασιν
63
τίθημι υπερσυντέλικος οριστική
ετεθείκειν
64
τίθημι παρακείμενος υποτακτική
τεθεικώς ὦ / τεθηκώς ὦ τεθεικώς ᾖς / τεθηκώς ᾖς τεθεικώς ᾖ / τεθηκώς ᾖ τεθεικότες ὦμεν / τεθηκότες ὦμεν τεθεικότες ἦτε / τεθηκότες ἦτε τεθεικότες ὦσι / τεθεικότες ὦσιν / τεθηκότες ὦσι / τεθηκότες ὦσιν
65
τίθημι παρακείμενος ευκτική
τεθεικώς εἴην / τεθηκώς εἴην τεθεικώς εἴης / τεθηκώς εἴης τεθεικώς εἴη / τεθηκώς εἴη τεθεικότες εἴημεν / τεθεικότες εἶμεν / τεθηκότες εἴημεν / τεθηκότες εἶμεν τεθεικότες εἴητε / τεθεικότες εἶτε / τεθηκότες εἴητε / τεθηκότες εἶτε τεθεικότες εἴησαν / τεθεικότες εἶεν / τεθηκότες εἴησαν / τεθηκότες εἶεν
66
τίθημι παρακείμενος προστακτική
- τεθεικώς ἴσθι / τεθηκώς ἴσθι τεθεικώς ἔστω / τεθηκώς ἔστω - τεθεικότες ἔστε / τεθηκότες ἔστε τεθεικότες ἔστων / τεθεικότες ἔστωσαν / τεθεικότες ὄντων / τεθηκότες ἔστων / τεθηκότες ἔστωσαν / τεθηκότες ὄντων
67
τίθημι παρακείμενος απαρέμφατο
τεθεικέναι
68
τίθημι παρακείμενος μετοχη
ὁ τεθεικώς / τεθηκώς, ἡ τεθεικυῖα / τεθηκυῖα, τό τεθεικός / τεθηκός
69
τίθεμαι ενεστώτας οριστική
τίθεμαι τίθεσαι τίθεται τιθέμεθα τίθεσθε τίθενται
70
τίθεμαι ενεστώτας υποτακτική
τιθῶμαι τιθῇ τιθῆται τιθώμεθα τιθῆσθε τιθῶνται
71
τίθεμαι ενεστώτας ευκτική
τιθείμην τιθεῖο τιθεῖτο τιθείμεθα τιθεῖσθε τιθεῖντο
72
τίθεμαι ενεστώτας προστακτική
- τίθεσο τιθέσθω - τίθεσθε τιθέσθων / τιθέσθωσαν
73
τίθεμαι ενεστώτας απαρέμφατο
τίθεσθαι
74
τίθεμαι ενεστώτας μετοχή
ὁ τιθέμενος, τιθεμένη, τιθέμενον
75
τίθεμαι παρατατικός οριστική
ἐτιθέμην ἐτίθεσο ἐτίθετο ἐτιθέμεθα ἐτίθεσθε ἐτίθεντο
76
τίθεμαι μέλλοντας οριστική
θήσομαι θήσει / θήσῃ θήσεται θησόμεθα θήσεσθε θήσονται τεθήσομαι τεθήσει / τεθήσῃ τεθήσεται τεθησόμεθα τεθήσεσθε τεθήσονται
77
τίθεμαι μέλλοντας ευκτική
θησοίμην/τεθησοίμην τεθήσοιο τεθήσοιτο τεθησοίμεθα τεθήσοισθε τεθήσοιντο
78
τίθεμαι μέλλοντας απαρέμφατο
θήσεσθαι τεθήσεσθαι
79
τίθεμαι μέλλοντας μετοχή
ὁ θησόμενος, θησομένη, θησόμενον τεθησόμενος, -η, -ον
80
τίθεμαι αόριστος οριστική
ἐθέμην ἔθου ἔθετο ἐθέμεθα ἔθεσθε ἔθεντο ἐτέθην ἐτέθης ἐτέθη ἐτέθημεν ἐτέθητε ἐτέθησαν
81
τίθεμαι αόριστος υποτακτική
θῶμαι θῇ θῆται θώμεθα θῆσθε θῶνται τεθῶ τεθῇς τεθῇ τεθῶμεν τεθῆτε τεθῶσι / τεθῶσιν
82
τίθεμαι αόριστος ευκτική
θείμην θεῖο θεῖτο θείμεθα θεῖσθε θεῖντο τεθείην
83
τίθεμαι αόριστος προστακτική
- θοῦ θέσθω - θέσθε θέσθων / θέσθωσαν - τέθητι τεθήτω - τέθητε τεθέντων / τεθήτωσαν
84
τίθεμαι αόριστος απαρέμφατο
θέσθαι τεθῆναι
85
τίθεμαι αόριστος μετοχή
ὁ θέμενος, θεμένη, θέμενον ὁ τεθείς, ἡ τεθεῖσα, τό τεθέν
86
τίθεμαι παρακείμενος οριστική
κεῖμαι / τέθειμαι κεῖσαι / τέθεισαι κεῖται / τέθειται κείμεθα / τεθείμεθα κεῖσθε / τέθεισθε κεῖνται / τέθεινται
87
τίθεμαι υπερσυντέλικος οριστική
ἐκείμην ἔκεισο ἔκειτο ἐκείμεθα ἔκεισθε ἔκειντο
88
τίθεμαι παρακείμενος υποτακτική
τεθειμένος ὦ τεθειμένος ᾖς κέηται / τεθειμένος ᾖ τεθειμένοι ὦμεν κέησθε / τεθειμένοι ἦτε κέωνται / τεθειμένοι ὦσι / τεθειμένοι ὦσιν
89
τίθεμαι παρακείμενος ευκτική
τεθειμένος εἴην τεθειμένος εἴης κέοιτο / τεθειμένος εἴη τεθειμένοι εἴημεν / τεθειμένοι εἶμεν τεθειμένοι εἴητε / τεθειμένοι εἶτε κέοιντο / τεθειμένοι εἴησαν / τεθειμένοι εἶεν
90
τίθεμαι παρακείμενος προστακτική
- κεῖσο / τέθεισο κείσθω / τεθείσθω - κεῖσθε / τέθεισθε τεθείσθων / τεθείσθωσαν
91
τίθεμαι παρακείμενος απαρέμφατο
κεῖσθαι / τεθεῖσθαι
92
τίθεμαι παρακείμενος μετοχή
ὁ κείμενος / τεθειμένος, -η, -ον
93
δίδωμι ενεστώτας οριστική
δίδωμι δίδως δίδωσι / δίδωσιν δίδομεν δίδοτε διδόασι / διδόασιν
94
δίδωμι ενεστώτας υποτακτική
διδῶ διδῷς διδῷ διδῶμεν διδῶτε διδῶσι / διδῶσιν
95
δίδωμι ενεστώτας ευκτική
διδοίην διδοίης διδοίη διδοίημεν / διδοῖμεν διδοίητε / διδοῖτε διδοίησαν / διδοῖεν
96
δίδωμι ενεστώτας προστακτική
- δίδου διδότω - δίδοτε διδόντων / διδότωσαν
97
δίδωμι ενεστώτας απαρέμφατο
διδόναι
98
δίδωμι ενεστώτας μετοχή
ὁ διδούς τοῦ διδόντος τῷ διδόντι τόν διδόντα (ὦ) διδούς οἱ διδόντες τῶν διδόντων τοῖς διδοῦσι / διδοῦσιν τούς διδόντας (ὦ) διδόντες ἡ διδοῦσα τῆς διδούσης τῇ διδούσῃ τήν διδοῦσαν (ὦ) διδοῦσα αἱ διδοῦσαι τῶν διδουσῶν ταῖς διδούσαις τάς διδούσας (ὦ) διδοῦσαι τό διδόν τοῦ διδόντος τῷ διδόντι τό διδόν (ὦ) διδόν τά διδόντα τῶν διδόντων τοῖς διδοῦσι / διδοῦσιν τά διδόντα (ὦ) διδόντα
99
δίδωμι παρατατικός οριστική
ἐδίδουν ἐδίδους ἐδίδου ἐδίδομεν ἐδίδοτε ἐδίδοσαν
100
δίδωμι μέλλοντας οριστική
δώσω δώσεις δώσει δώσομεν δώσετε δώσουσι / δώσουσιν
101
δίδωμι μέλλοντας ευκτική
δώσοιμι δώσοις δώσοι δώσοιμεν δώσοιτε δώσοιεν
102
δίδωμι μέλλοντας απαρέμφατο
δώσειν
103
δίδωμι μέλλοντας μετοχή
ὁ δώσων τοῦ δώσοντος τῷ δώσοντι τόν δώσοντα (ὦ) δώσων οἱ δώσοντες τῶν δωσόντων τοῖς δώσουσι / δώσουσιν τούς δώσοντας (ὦ) δώσοντες ἡ δώσουσα τῆς δωσούσης τῇ δωσούσῃ τήν δώσουσαν (ὦ) δώσουσα αἱ δώσουσαι τῶν δωσουσῶν ταῖς δωσούσαις τάς δωσούσας (ὦ) δώσουσαι τό δῶσον τοῦ δώσοντος τῷ δώσοντι τό δῶσον (ὦ) δῶσον τά δώσοντα τῶν δωσόντων τοῖς δώσουσι / δώσουσιν τά δώσοντα (ὦ) δώσοντα
104
δίδωμι αόριστος β' οριστική
ἔδωκα / ἔδων ἔδωκας ἔδωκε / ἔδωκεν ἔδομεν ἔδοτε ἔδοσαν
105
δίδωμι αόριστος β' υποτακτική
δῶ δῷς δῷ δῶμεν δῶτε δῶσι / δῶσιν
106
δίδωμι αόριστος β' ευκτική
δοίην δοίης δοίη δοίημεν / δοῖμεν δοίητε / δοῖτε δοίησαν / δοῖεν
107
δίδωμι αόριστος β' προστακτική
- δός δότω - δότε δόντων / δότωσαν
108
δίδωμι αόριστος β' απαρέμφατο
δοῦναι
109
δίδωμι αόριστος β' μετοχή
ὁ δούς τοῦ δόντος τῷ δόντι τόν δόντα (ὦ) δούς οἱ δόντες τῶν δόντων τοῖς δοῦσι / δοῦσιν τούς δόντας (ὦ) δόντες ἡ δοῦσα τῆς δούσης τῇ δούσῃ τήν δοῦσαν (ὦ) δοῦσα αἱ δοῦσαι τῶν δουσῶν ταῖς δούσαις τάς δούσας (ὦ) δοῦσαι τό δόν τοῦ δόντος τῷ δόντι τό δόν (ὦ) δόν τά δόντα τῶν δόντων τοῖς δοῦσι / δοῦσιν τά δόντα (ὦ) δόντα
110
δίδωμι παρακείμενος οριστική
δέδωκα δέδωκας δέδωκε / δέδωκεν δεδώκαμεν δεδώκατε δεδώκασι / δεδώκασιν
111
δίδωμι παρακείμενος υποτακτική
δεδωκώς ὦ / δεδώκω δεδωκώς ᾖς / δεδώκῃς δεδωκώς ᾖ / δεδώκῃ δεδωκότες ὦμεν / δεδώκωμεν δεδωκότες ἦτε / δεδώκητε δεδωκότες ὦσι / δεδωκότες ὦσιν / δεδώκωσι / δεδώκωσιν
112
δίδωμι παρακείμενος ευκτική
δεδωκώς εἴην / δεδώκοιμι δεδωκώς εἴης / δεδώκοις δεδωκώς εἴη / δεδώκοι δεδωκότες εἴημεν / δεδωκότες εἶμεν / δεδώκοιμεν δεδωκότες εἴητε / δεδωκότες εἶτε / δεδώκοιτε δεδωκότες εἴησαν / δεδωκότες εἶεν / δεδώκοιεν
113
δίδωμι παρακείμενος προστακτική
- δεδωκώς ἴσθι δεδωκώς ἔστω - δεδωκότες ἔστε δεδωκότες ἔστων / δεδωκότες ἔστωσαν / δεδωκότες ὄντων
114
δίδωμι παρακείμενος απαρέμφατο
δεδωκέναι
115
δίδωμι παρακείμενος μετοχή
ὁ δεδωκώς τοῦ δεδωκότος τῷ δεδωκότι τόν δεδωκότα (ὦ) δεδωκώς οἱ δεδωκότες τῶν δεδωκότων τοῖς δεδωκόσι / δεδωκόσιν τούς δεδωκότας (ὦ) δεδωκότες ἡ δεδωκυῖα τῆς δεδωκυίας τῇ δεδωκυίᾳ τήν δεδωκυῖαν (ὦ) δεδωκυῖα αἱ δεδωκυῖαι τῶν δεδωκυιῶν ταῖς δεδωκυίαις τάς δεδωκυίας (ὦ) δεδωκυῖαι τό δεδωκός τοῦ δεδωκότος τῷ δεδωκότι τό δεδωκός (ὦ) δεδωκός τά δεδωκότα τῶν δεδωκότων τοῖς δεδωκόσι / δεδωκόσιν τά δεδωκότα (ὦ) δεδωκότα
116
δίδωμι υπερσυντέλικος
ἐδεδώκειν ἐδεδώκεις ἐδεδώκει ἐδεδώκεμεν ἐδεδώκετε ἐδεδώκεσαν
117
δίδομαι ενεστώτας οριστική
δίδομαι δίδοσαι δίδοται διδόμεθα δίδοσθε δίδονται
118
δίδομαι ενεστώτας υποτακτική
διδῶμαι διδῷ διδῶται διδώμεθα διδῶσθε διδῶνται
119
δίδομαι ενεστώτας ευκτική
διδοίμην διδοῖο διδοῖτο διδοίμεθα διδοῖσθε διδοῖντο
120
δίδομαι ενεστώτας προστακτική
- δίδοσο διδόσθω - δίδοσθε διδόσθων / διδόσθωσαν
121
δίδομαι ενεστώτας απαρέμφατο
δίδοσθαι
122
δίδομαι ενεστώτας μετοχή
ὁ διδόμενος τοῦ διδομένου τῷ διδομένῳ τόν διδόμενον (ὦ) διδόμενε οἱ διδόμενοι τῶν διδομένων τοῖς διδομένοις τούς διδομένους (ὦ) διδόμενοι ἡ διδομένη τῆς διδομένης τῇ διδομένῃ τήν διδομένην (ὦ) διδομένη αἱ διδόμεναι τῶν διδομένων ταῖς διδομέναις τάς διδομένας (ὦ) διδόμεναι τό διδόμενον τοῦ διδομένου τῷ διδομένῳ τό διδόμενον (ὦ) διδόμενον τά διδόμενα τῶν διδομένων τοῖς διδομένοις τά διδόμενα (ὦ) διδόμενα
123
δίδομαι παρατατικός οριστική
ἐδιδόμην ἐδίδοσο ἐδίδοτο ἐδιδόμεθα ἐδίδοσθε ἐδίδοντο
124
δίδομαι μέλλοντας οριστική
δώσομαι δώσει / δώσῃ δώσεται δωσόμεθα δώσεσθε δώσονται δοθήσομαι δοθήσει / δοθήσῃ δοθήσεται δοθησόμεθα δοθήσεσθε δοθήσονται
125
δίδομαι μέλλοντας ευκτική
δωσοίμην δώσοιο δώσοιτο δωσοίμεθα δώσοισθε δώσοιντο δοθησοίμην δοθήσοιο δοθήσοιτο δοθησοίμεθα δοθήσοισθε δοθήσοιντο
126
δίδομαι μέλλοντας απαρέμφατο
δώσεσθαι δοθήσεσθαι
127
δίδομαι μέλλοντας μετοχή
δωσόμενος -η- ον δοθησόμενος -η -ον
128
δίδομαι αόριστος οριστική
ἐδόμην ἔδου ἔδοτο ἐδόμεθα ἔδοσθε ἔδοντο ἐδόθην ἐδόθης ἐδόθη ἐδόθημεν ἐδόθητε ἐδόθησαν
129
δίδομαι αόριστος υποτακτική
δῶμαι δῷ δῶται δώμεθα δῶσθε δῶνται δοθῶ δοθῇς δοθῇ δοθῶμεν δοθῆτε δοθῶσι / δοθῶσιν
130
δίδομαι αόριστος ευκτική
δοίμην δοῖο δοῖτο δοίμεθα δοῖσθε δοῖντο δοθείην δοθείης δοθείη δοθείημεν / δοθεῖμεν δοθείητε / δοθεῖτε δοθείησαν / δοθεῖεν
131
δίδομαι αόριστος προστακτική
- δοῦ δόσθω - δόσθε δόσθων / δόσθωσαν - δόθητι δοθήτω - δόθητε δοθέντων / δοθήτωσαν
132
δίδομαι αόριστος απαρέμφατο
δόσθαι δοθῆναι
133
δίδομαι αόριστος μετοχή
δόμενος -η-ον δοθείς δοθείσα δοθέν
134
δίδομαι υπερσυντέλικος
ἐδεδόμην ἐδέδοσο ἐδέδοτο ἐδεδόμεθα ἐδέδοσθε ἐδέδοντο
135
δίδομαι παρακείμενος οριστική
δέδομαι δέδοσαι δέδοται δεδόμεθα δέδοσθε δέδονται
136
δίδομαι παρακείμενος υποτακτική
δεδομένος ὦ δεδομένος ᾖς δεδομένος ᾖ δεδομένοι ὦμεν δεδομένοι ἦτε δεδομένοι ὦσι / δεδομένοι ὦσιν
137
δίδομαι παρακείμενος ευκτική
δεδομένος εἴην δεδομένος εἴης δεδομένος εἴη δεδομένοι εἴημεν / δεδομένοι εἶμεν δεδομένοι εἴητε / δεδομένοι εἶτε δεδομένοι εἴησαν / δεδομένοι εἶεν
138
δίδομαι παρακείμενος προστακτική
- δέδοσο δεδόσθω - δέδοσθε δεδόσθων / δεδόσθωσαν
139
δίδομαι παρακείμενος απαρέμφατο
δεδόσθαι
140
δίδομαι παρακείμενος μετοχή
ὁ δεδομένος -η- ον
141
ἵστημι ενεστώτας οριστική
ἵστημι ἵστης ἵστησι / ἵστησιν ἵσταμεν ἵστατε ἱστᾶσι / ἱστᾶσιν
142
ἵστημι ενεστώτας υποτακτική
ἱστῶ ἱστῇς ἱστῇ ἱστῶμεν ἱστῆτε ἱστῶσι / ἱστῶσιν
143
ἵστημι ενεστώτας ευκτική
ἱσταίην ἱσταίης ἱσταίη ἱσταίημεν / ἱσταῖμεν ἱσταίητε / ἱσταῖτε ἱσταίησαν / ἱσταῖεν
144
ἵστημι ενεστώτας προστακτική
- ἵστη ἱστάτω - ἵστατε ἱστάντων / ἱστάτωσαν
145
ἵστημι ενεστώτας απαρέμφατο
ἱστάναι
146
ἵστημι ενεστώτας μετοχή
ὁ ἱστάς τοῦ ἱστάντος τῷ ἱστάντι τόν ἱστάντα (ὦ) ἱστάς οἱ ἱστάντες τῶν ἱστάντων τοῖς ἱστᾶσι / ἱστᾶσιν τούς ἱστάντας (ὦ) ἱστάντες ἡ ἱστᾶσα τῆς ἱστάσης τῇ ἱστάσῃ τήν ἱστᾶσαν (ὦ) ἱστᾶσα αἱ ἱστᾶσαι τῶν ἱστασῶν ταῖς ἱστάσαις τάς ἱστάσας (ὦ) ἱστᾶσαι τό ἱστάν τοῦ ἱστάντος τῷ ἱστάντι τό ἱστάν (ὦ) ἱστάν τά ἱστάντα τῶν ἱστάντων τοῖς ἱστᾶσι / ἱστᾶσιν τά ἱστάντα (ὦ) ἱστάντα
147
ἵστημι παρατατικός οριστική
ἵστην ἵστης ἵστη ἵσταμεν ἵστατε ἵστασαν
148
ἵστημι μέλλοντας οριστική
στήσω στήσεις στήσει στήσομεν στήσετε στήσουσι / στήσουσιν
149
ἵστημι μέλλοντας ευκτική
στήσοιμι στήσοις στήσοι στήσοιμεν στήσοιτε στήσοιεν
150
ἵστημι μέλλοντας απαρέμφατο
στήσειν
151
ἵστημι μέλλοντας μετοχή
στήσων στήσουσα τό στῆσον
152
ἵστημι αόριστος οριστική
ἔστησα ἔστησας ἔστησε / ἔστησεν ἐστήσαμεν ἐστήσατε ἔστησαν
153
ἵστημι αόριστος υποτακτική
στήσω στήσῃς στήσῃ στήσωμεν στήσητε στήσωσι / στήσωσιν
154
ἵστημι αόριστος ευκτική
στήσαιμι στήσαις / στήσειας στήσαι / στήσειε / στήσειεν στήσαιμεν στήσαιτε στήσαιεν / στήσειαν
155
ἵστημι αόριστος προστακτική
- στῆσον στησάτω - στήσατε στησάντων / στησάτωσαν
156
ἵστημι αόριστος απαρέμφατο
στῆσαι
157
ἵστημι αόριστος μετοχή
ὁ στήσας ἡ στήσασα τό στῆσαν
158
ἵστημι παρακείμενος οριστική
στήσας ἔχω στήσας ἔχεις στήσας ἔχει στήσαντες ἔχομεν στήσαντες ἔχετε στήσαντες ἔχουσι/ἔχουσιν
159
ἵστημι υπερσυντέλικος οριστική
στήσας εἶχον στήσας εἶχες στήσας εἶχε στήσαντες εἴχομεν στήσαντες εἴχετε στήσαντες εἶχον
160
ἵσταμαι ενεστώτας οριστική
ἵσταμαι ἵστασαι ἵσταται ἱστάμεθα ἵστασθε ἵστανται
161
ἵσταμαι ενεστώτας υποτακτική
ἱστῶμαι ἱστῇ ἱστῆται ἱστώμεθα ἱστῆσθε ἱστῶνται
162
ἵσταμαι ενεστώτας ευκτική
ἱσταίμην ἱσταῖο ἱσταῖτο ἱσταίμεθα ἱσταῖσθε ἱσταῖντο
163
ἵσταμαι ενεστώτας προστακτική
- ἵστασο ἱστάσθω - ἵστασθε ἱστάσθων / ἱστάσθωσαν
164
ἵσταμαι ενεστώτας απαρέμφατο
ἵστασθαι
165
ἵσταμαι ενεστώτας μετοχή
ὁ ἱστάμενος ἡ ἱσταμένη τό ἱστάμενον
166
ἵσταμαι παρατατικός οριστική
ἱστάμην ἵστασο ἵστατο ἱστάμεθα ἵστασθε ἵσταντο
167
ἵσταμαι μέλλοντας οριστική
στήσομαι στήσει / στήσῃ στήσεται στησόμεθα στήσεσθε στήσονται σταθήσομαι σταθήσει / σταθήσῃ σταθήσεται σταθησόμεθα σταθήσεσθε σταθήσονται
168
ἵσταμαι μέλλοντας ευκτική
στησοίμην στήσοιο στήσοιτο στησοίμεθα στήσοισθε στήσοιντο σταθησοίμην σταθήσοιο σταθήσοιτο σταθησοίμεθα σταθήσοισθε σταθήσοιντο
169
ἵσταμαι μέλλοντας απαρέμφατο
στήσεσθαι σταθήσεσθαι
170
ἵσταμαι μέλλοντας μετοχή
ὁ στησόμενος -η-ον σταθησόμενος -η- ον
171
ἵσταμαι αόριστος οριστική
ἐστησάμην ἐστήσω ἐστήσατο ἐστησάμεθα ἐστήσασθε ἐστήσαντο ἔστην ἔστης ἔστη ἔστημεν ἔστητε ἔστησαν ἐστάθην ἐστάθης ἐστάθη ἐστάθημεν ἐστάθητε ἐστάθησαν
172
ἵσταμαι αόριστος υποτακτική
στήσωμαι στήσῃ στήσηται στησώμεθα στήσησθε στήσωνται στῶ στῇς στῇ στῶμεν στῆτε στῶσι / στῶσιν σταθῶ σταθῇς σταθῇ σταθῶμεν σταθῆτε σταθῶσι / σταθῶσιν
173
ἵσταμαι αόριστος ευκτική
στησαίμην στήσαιο στήσαιτο στησαίμεθα στήσαισθε στήσαιντο σταίην σταίης σταίη σταίημεν / σταῖμεν σταίητε / σταῖτε σταίησαν / σταῖεν σταθείην σταθείης σταθείη σταθείημεν / σταθεῖμεν σταθείητε / σταθεῖτε σταθείησαν / σταθεῖεν
174
ἵσταμαι αόριστος προστακτική
- στῆσαι στησάσθω - στήσασθε στησάσθων / στησάσθωσαν - στῆθι στήτω - στῆτε στάντων / στήτωσαν - στάθητι σταθήτω - στάθητε σταθέντων / σταθήτωσαν
175
ἵσταμαι αόριστος απαρέμφατο
στήσασθαι στῆναι σταθῆναι
176
ἵσταμαι αόριστος μετοχή
στησάμενος -η-ον ὁ στάς ἡ στᾶσα το στάν ὁ σταθείς ἡ σταθεῖσα τό σταθέν
177
ἵσταμαι παρακείμενος οριστική
ἕστηκα ἕστηκας ἕστηκε / ἕστηκεν ἑστήκαμεν / ἕσταμεν ἑστήκατε / ἕστατε ἑστήκασι / ἑστήκασιν / ἑστᾶσι / ἑστᾶσιν
178
ἵσταμαι παρακείμενος υποτακτική
ἑστηκώς ὦ ἑστηκώς ᾖς ἑστηκώς ᾖ ἑστηκότες ὦμεν ἑστηκότες ἦτε ἑστηκότες ὦσι / ἑστηκότες ὦσιν κ' ἑστήκω
179
ἵσταμαι παρακείμενος ευκτική
ἑστηκώς εἴην ἑστηκώς εἴης ἑστηκώς εἴη ἑστηκότες εἴημεν / ἑστηκότες εἶμεν ἑστηκότες εἴητε / ἑστηκότες εἶτε ἑστηκότες εἴησαν / ἑστηκότες εἶεν κ' ἑστήκοιμι
180
ἵσταμαι παρακείμενος προστακτική
- ἑστηκώς ἴσθι ἑστηκώς ἔστω - ἑστηκότες ἔστε ἑστηκότες ἔστων / ἑστηκότες ἔστωσαν / ἑστηκότες ὄντων
181
ἵσταμαι παρακείμενος απαρέμφατο
ἑστηκέναι / ἑστάναι
182
ἵσταμαι παρακείμενος μετοχή
ὁ ἑστηκώς / ἑστώς τοῦ ἑστηκότος / ἑστῶτος τῷ ἑστηκότι / ἑστῶτι τόν ἑστηκότα / ἑστῶτα (ὦ) ἑστηκώς / ἑστώς οἱ ἑστηκότες / ἑστῶτες τῶν ἑστηκότων / ἑστώτων τοῖς ἑστηκόσι / ἑστηκόσιν / ἑστῶσι / ἑστῶσιν τούς ἑστηκότας / ἑστῶτας (ὦ) ἑστηκότες / ἑστῶτες ἡ ἑστηκυῖα / ἑστῶσα τῆς ἑστηκυίας / ἑστώσης τῇ ἑστηκυίᾳ / ἑστώσῃ τήν ἑστηκυῖαν / ἑστῶσαν (ὦ) ἑστηκυῖα / ἑστῶσα αἱ ἑστηκυῖαι / ἑστῶσαι τῶν ἑστηκυιῶν / ἑστωσῶν ταῖς ἑστηκυίαις / ἑστώσαις τάς ἑστηκυίας / ἑστώσας (ὦ) ἑστηκυῖαι / ἑστῶσαι τό ἑστηκός / ἑστός / ἑστώς τοῦ ἑστηκότος / ἑστῶτος τῷ ἑστηκότι / ἑστῶτι τό ἑστηκός / ἑστός / ἑστώς (ὦ) ἑστηκός / ἑστός / ἑστώς τά ἑστηκότα / ἑστῶτα τῶν ἑστηκότων / ἑστώτων τοῖς ἑστηκόσι / ἑστηκόσιν / ἑστῶσι / ἑστῶσιν τά ἑστηκότα / ἑστῶτα (ὦ) ἑστηκότα / ἑστῶτα
183
ἵσταμαι υπερσυντέλικος οριστική
εἱστήκειν εἱστήκεις εἱστήκει εἱστήκεμεν / ἕσταμεν εἱστήκετε / ἕστατε εἱστήκεσαν / ἕστασαν
184
δείκνυμι/ δεικνύω ενεστώτας οριστική
δεικνύω / δείκνυμι δεικνύεις / δείκνυς δεικνύει / δείκνυσι / δείκνυσιν δεικνύομεν / δείκνυμεν δεικνύετε / δείκνυτε δεικνύασι / δεικνύασιν / δεικνύουσι / δεικνύουσιν
185
δείκνυμι/ δεικνύω ενεστώτας υποτακτική
δεικνύω δεικνύῃς δεικνύῃ δεικνύωμεν δεικνύητε δεικνύωσι / δεικνύωσιν
186
δείκνυμι/ δεικνύω ενεστώτας ευκτική
δεικνύοιμι δεικνύοις δεικνύοι δεικνύοιμεν δεικνύοιτε δεικνύοιεν
187
δείκνυμι/ δεικνύω ενεστώτας προστακτική
- δείκνυ / δείκνυε δεικνυέτω / δεικνύτω - δεικνύετε / δείκνυτε δεικνυέτωσαν / δεικνυόντων / δεικνύντων / δεικνύτωσαν
188
δείκνυμι/ δεικνύω ενεστώτας απαρέμφατο
δεικνύειν / δεικνύναι
189
δείκνυμι/ δεικνύω ενεστώτας μετοχή
ὁ δεικνύς / δεικνύων ἡ δεικνύουσα / δεικνῦσα τό δεικνύν / δεικνύον
190
δείκνυμι/ δεικνύω παρατατικός οριστική
ἐδείκνυν / ἐδείκνυον ἐδείκνυες / ἐδείκνυς ἐδείκνυ / ἐδείκνυε / ἐδείκνυεν ἐδεικνύομεν / ἐδείκνυμεν ἐδεικνύετε / ἐδείκνυτε ἐδείκνυον / ἐδείκνυσαν
191
δείκνυμαι ενεστώτας οριστική
δείκνυμαι δείκνυσαι δείκνυται δεικνύμεθα δείκνυσθε δείκνυνται
192
δείκνυμαι ενεστώτας υποτακτική
δεικνύωμαι δεικνύῃ δεικνύηται δεικνυώμεθα δεικνύησθε δεικνύωνται
193
δείκνυμαι ενεστώτας ευκτική
δεικνυοίμην δεικνύοιο δεικνύοιτο δεικνυοίμεθα δεικνύοισθε δεικνύοιντο
194
δείκνυμαι ενεστώτας προστακτική
- δείκνυσο δεικνύσθω - δείκνυσθε δεικνύσθων / δεικνύσθωσαν
195
δείκνυμαι ενεστώτας απαρέμφατο
δείκνυσθαι
196
δείκνυμαι ενεστώτας μετοχή
δεικνύμενος δεικνυμένη δεικνύμενον
197
δείκνυμαι παρατατικός οριστική
ἐδεικνύμην ἐδείκνυσο ἐδείκνυτο ἐδεικνύμεθα ἐδείκνυσθε ἐδείκνυντο
198
ἐπίσταμαι ενεστώτας οριστική
ἐπίσταμαι ἐπίστασαι ἐπίσταται ἐπιστάμεθα ἐπίστασθε ἐπίστανται
199
ἐπίσταμαι ενεστώτας υποτακτική
ἐπίστωμαι ἐπίστῃ ἐπίστηται ἐπιστώμεθα ἐπίστησθε ἐπίστωνται
200
ἐπίσταμαι ενεστώτας ευκτική
ἐπισταίμην ἐπίσταιο ἐπίσταιτο ἐπισταίμεθα ἐπίσταισθε ἐπίσταιντο
201
ἐπίσταμαι ενεστώτας προστακτική
- ἐπίστασο / ἐπίστω ἐπιστάσθω - ἐπίστασθε ἐπιστάσθων
202
ἐπίσταμαι ενεστώτας απαρέμφατο
ἐπίστασθαι
203
ἐπίσταμαι ενεστώτας μετοχή
ὁ ἐπιστάμενος τοῦ ἐπισταμένου τῷ ἐπισταμένῳ τόν ἐπιστάμενον (ὦ) ἐπιστάμενε οἱ ἐπιστάμενοι τῶν ἐπισταμένων τοῖς ἐπισταμένοις τούς ἐπισταμένους (ὦ) ἐπιστάμενοι ἡ ἐπισταμένη τῆς ἐπισταμένης τῇ ἐπισταμένῃ τήν ἐπισταμένην (ὦ) ἐπισταμένη αἱ ἐπιστάμεναι τῶν ἐπισταμένων ταῖς ἐπισταμέναις τάς ἐπισταμένας (ὦ) ἐπιστάμεναι τό ἐπιστάμενον τοῦ ἐπισταμένου τῷ ἐπισταμένῳ τό ἐπιστάμενον (ὦ) ἐπιστάμενον τά ἐπιστάμενα τῶν ἐπισταμένων τοῖς ἐπισταμένοις τά ἐπιστάμενα (ὦ) ἐπιστάμενα
204
ἐπίσταμαι παρατατικός οριστική
ἠπιστάμην ἠπίστασο / ἠπίστω ἠπίστατο ἠπιστάμεθα ἠπίστασθε ἠπίσταντο
205
ἐπίσταμαι μέλλοντας οριστική
ἐπιστήσομαι ἐπιστήσει / ἐπιστήσῃ ἐπιστήσεται ἐπιστησόμεθα ἐπιστήσεσθε ἐπιστήσονται
206
ἐπίσταμαι μέλλοντας ευκτική
ἐπιστησοίμην ἐπιστήσοιο ἐπιστήσοιτο ἐπιστησοίμεθα ἐπιστήσοισθε ἐπιστήσοιντο
207
ἐπίσταμαι μέλλοντας απαρέμφατο
ἐπιστήσεσθαι
208
ἐπίσταμαι μέλλοντας μετοχή
ἐπιστησόμενος -η -ον
209
ἐπίσταμαι παθητικός αόριστος οριστική
ἠπιστήθην ἠπιστήθης ἠπιστήθη ἠπιστήθημεν ἠπιστήθητε ἠπιστήθησαν
210
ἐπίσταμαι παθητικός αόριστος υποτακτική
ἐπιστηθῶ ἐπιστηθῇς ἐπιστηθῇ ἐπιστηθῶμεν ἐπιστηθῆτε ἐπιστηθῶσι / ἐπιστηθῶσιν
211
ἐπίσταμαι παθητικός αόριστος ευκτική
ἐπιστηθείην ἐπιστηθείης ἐπιστηθείη ἐπιστηθείημεν / ἐπιστηθεῖμεν ἐπιστηθείητε / ἐπιστηθεῖτε ἐπιστηθείησαν / ἐπιστηθεῖεν
212
ἐπίσταμαι παθητικός αόριστος προστακτική
- ἐπιστήθητι ἐπιστηθήτω - ἐπιστήθητε ἐπιστηθέντων / ἐπιστηθήτωσαν
213
ἐπίσταμαι παθητικός αόριστος απαρέμφατο
ἐπιστηθῆναι
214
ἐπίσταμαι παθητικός αόριστος μετοχή
ὁ ἐπιστηθείς τοῦ ἐπιστηθέντος τῷ ἐπιστηθέντι τόν ἐπιστηθέντα (ὦ) ἐπιστηθείς οἱ ἐπιστηθέντες τῶν ἐπιστηθέντων τοῖς ἐπιστηθεῖσι / ἐπιστηθεῖσιν τούς ἐπιστηθέντας (ὦ) ἐπιστηθέντες ἡ ἐπιστηθεῖσα τῆς ἐπιστηθείσης τῇ ἐπιστηθείσῃ τήν ἐπιστηθεῖσαν (ὦ) ἐπιστηθεῖσα αἱ ἐπιστηθεῖσαι τῶν ἐπιστηθεισῶν ταῖς ἐπιστηθείσαις τάς ἐπιστηθείσας (ὦ) ἐπιστηθεῖσαι τό ἐπιστηθέν τοῦ ἐπιστηθέντος τῷ ἐπιστηθέντι τό ἐπιστηθέν (ὦ) ἐπιστηθέν τά ἐπιστηθέντα τῶν ἐπιστηθέντων τοῖς ἐπιστηθεῖσι / ἐπιστηθεῖσιν τά ἐπιστηθέντα (ὦ) ἐπιστηθέντα
215
δύναμαι ενεστώτας οριστική
δύναμαι δύνασαι δύναται δυνάμεθα δύνασθε δύνανται
216
δύναμαι ενεστώτας υποτακτική
δύνωμαι δύνῃ δύνηται δυνώμεθα δύνησθε δύνωνται
217
δύναμαι ενεστώτας ευκτική
δυναίμην δύναιο δύναιτο δυναίμεθα δύναισθε δύναιντο
218
δύναμαι ενεστώτας προστακτική
- - δυνάσθω - - δυνάσθωσαν
219
δύναμαι ενεστώτας απαρεμφατο
δύνασθαι
220
δύναμαι ενεστώτας μετοχη
δυνάμενος δυναμένη δυνάμενον
221
δύναμαι παρατατικός οριστική
ἐδυνάμην / ἠδυνάμην ἐδύνω / ἠδύνω ἐδύνατο / ἠδύνατο ἐδυνάμεθα / ἠδυνάμεθα ἐδύνασθε / ἠδύνασθε ἐδύναντο / ἠδύναντο
222
δύναμαι μέλλοντας οριστική
δυνήσομαι δυνήσει / δυνήσῃ δυνήσεται δυνησόμεθα δυνήσεσθε δυνήσονται
223
δύναμαι μέλλοντας ευκτική
δυνησοίμην δυνήσοιο δυνήσοιτο δυνησοίμεθα δυνήσοισθε δυνήσοιντο
224
δύναμαι μέλλοντας απαρέμφατο
δυνήσεσθαι
225
δύναμαι μέλλοντας μετοχή
δυνησόμενος -η -ον
226
δύναμαι αόριστος οριστική
ἐδυνάσθην / ἐδυνήθην / ἠδυνήθην ἐδυνάσθης / ἐδυνήθης / ἠδυνήθης ἐδυνάσθη / ἐδυνήθη / ἠδυνήθη ἐδυνάσθημεν / ἐδυνήθημεν / ἠδυνήθημεν ἐδυνάσθητε / ἐδυνήθητε / ἠδυνήθητε ἐδυνάσθησαν / ἐδυνήθησαν / ἠδυνήθησαν
227
δύναμαι αόριστος υποτακτική
δυνασθῶ / δυνηθῶ δυνασθῇς / δυνηθῇς δυνασθῇ / δυνηθῇ δυνασθῶμεν / δυνηθῶμεν δυνασθῆτε / δυνηθῆτε δυνασθῶσι / δυνασθῶσιν / δυνηθῶσι / δυνηθῶσιν
228
δύναμαι αόριστος ευκτική
δυνασθείην / δυνηθείην δυνασθείης / δυνηθείης δυνασθείη / δυνηθείη δυνασθείημεν / δυνασθεῖμεν / δυνηθείημεν / δυνηθεῖμεν δυνασθείητε / δυνασθεῖτε / δυνηθείητε / δυνηθεῖτε δυνασθείησαν / δυνασθεῖεν / δυνηθείησαν / δυνηθεῖεν
229
δύναμαι αόριστος προστακτική
- δυνήθητι δυνηθήτω - δυνήθητε δυνηθέντων / δυνηθήτωσαν
230
δύναμαι αόριστος απαρέμφατο
δυνασθῆναι / δυνηθῆναι
231
δύναμαι αόριστος μετοχή
ὁ δυνασθείς / δυνηθείς ἡ δυνασθεῖσα / δυνηθεῖσα τό δυνασθέν / δυνηθέν
232
δύναμαι οριστική υπερσυντέλικος
ἐδεδυνήμην ἐδεδύνησο ἐδεδύνητο ἐδεδυνήμεθα ἐδεδύνησθε ἐδεδύνηντο
233
δύναμαι παρακείμενος οριστική
δεδύνημαι δεδύνησαι δεδύνηται δεδυνήμεθα δεδύνησθε δεδύνηνται
234
δύναμαι παρακείμενος υποτακτική
δεδυνημένος ὦ δεδυνημένος ᾖς δεδυνημένος ᾖ δεδυνημένοι ὦμεν δεδυνημένοι ἦτε δεδυνημένοι ὦσι / δεδυνημένοι ὦσιν
235
δύναμαι παρακείμενος ευκτική
δεδυνημένος εἴην δεδυνημένος εἴης δεδυνημένος εἴη δεδυνημένοι εἴημεν / δεδυνημένοι εἶμεν δεδυνημένοι εἴητε / δεδυνημένοι εἶτε δεδυνημένοι εἴησαν / δεδυνημένοι εἶεν
236
δύναμαι παρακείμενος προστακτική
- δεδύνησο δεδυνήσθω - δεδύνησθε δεδυνήσθων / δεδυνήσθωσαν
237
δύναμαι παρακείμενος απαρέμφατο
δεδυνῆσθαι
238
δύναμαι παρακείμενος μετοχή
ὁ δεδυνημένος -η-ον