modern greek healthmed vocab Flashcards

(117 cards)

1
Q

arm

A

το μπράτσο

των πράτσων

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

back

A

η μέση
οι μέσες? -εις?

των μέσων

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

lower back pain

A

πόνος στη μέση

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

chest, breast/bosom

A

το στήθος, ο μαστός
του στήθους

τα στήθη

των στηθών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

ear

A

αυτί

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

eye

A

το μάτι
του ματιού

των ματιών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

finger

A

το δάχτυλο
του δαχτύλου

των δαχτύλων

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

foot

A

το πόδι
του ποδιού

των ποδιών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

ankle

A

ο αστράγαλος…οι αστράγαλοι
του αστραγάλου…των αστραγάλων

τον αστράγαλο…τους αστραγάλους

  • αστράγαλε…- αστράγαλοι
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

hand

A

το χέρι
του χεριού

των χεριών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

head

A

το κεφάλι
του κεφαλιού

των κεφαλιών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

heart

A

καρδιά

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

leg

A

η γάμπα

των γαμπών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

mouth

A

το στόμα

των στομάτων

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

nose

A

η μύτη
οι μύτες

των μυτών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

skin

A

το δέρμα
του δέρματος

των δερμάτων

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

tooth

A

το δόντι
του δοντιού

των δοντιών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

lip

A

το χείλος, το χείλι
του χείλους, του χειλιού

τα χείλη, τα χείλια

των χειλέων, των χειλιών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

gum

A

ούλο

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

fingernail (χεριού), toenail (ποδιού), claw/talon (πουλιού)

A

το νύχι
του νυχιού

των νυχιών

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

toe

A

δάχτυλο ποδιού

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

inflammation

A

η φλεγμονή

-ές

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

scar/cicatrix (φρέσκη)

A

η ουλή

οι ουλές

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
Q

breastbone/sternum

A

στέρνο

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
25
angina pectoris
η στηθάγχη
26
stethoscope
στηθοσκόπιο
27
dizziness; [vertigo]
η ζάλη [ο ίλιγγος]
28
make dizzy/giddy
ζαλίζω
29
get dizzy/dazed
ζαλίζομαι
30
dizzy, groggy, dazed
ζαλισμένος -η -ο
31
asthma
το άσθμα του άσθματος των ασθμάτων
32
pant, be out of breath, gasp for breath, gasp
ασθμαίνω
33
asthmatic
ασθματικός -ή -ό
34
ambulance
ασθενοφόρο
35
patient, the weak, the feeble
ο/η ασθενής | οι ασθενές
36
(μβ) sicken, make sick; (αβ) fall sick/ill, become ill
(μβ/αβ): αρρωσταίνω, αρρωστώ | (αβ): ασθενώ
37
sickness, ailment, illness, malady, disease
η αρρώστια της αρρώστιας οι αρρώστιες n/a των n/a
38
weak, feeble
ασθενικός -ή -ό
39
weakness, feebleness, debility
η ασθένεια της ασθένειας οι ασθένειες των ασθενειών
40
sick, ill, ailing, unwell
άρρωστος -η -ο
41
I feel better/worse
νιώθω καλύτερα/χειρότερα
42
allergy
αλλεργία
43
anemia
αναιμία
44
a burn
κάψιμο
45
a cold
το κρύωμα
46
constipation
δυσκοιλιότητα
47
diarrhea
διάρροια
48
fever
πυρετός
49
headache
πονοκέφαλος
50
hepatitis
υπατήτιδα
51
indigestion
δυσπεψία
52
an infection
μόλυνση
53
influenza
γρίπη
54
to have the flu/influenza
γριπώνομαι
55
lice
η ψείρα | οι ψείρες
56
low/high BP
χαμηλή/ψηλή πίεση
57
a pain/ache
πόνος
58
to ache/have pain (e.g. My leg hurts.)
πονάω/πονώ (π.χ. Η γάμπα μου πονάει... Πονάω/Πονώ στη γάμπα.)
59
sore throat
ερεθισμένος λαιμός
60
neck/throat
λαιμός
61
cervical (neck/throat)
αυχενικός -ή -ό
62
sprain
στραμπούληγμα
63
sunburn
το έγκαυμα ηλίου του εγκαύματος τα εγκάυματα των εγκαυμάτων
64
a venereal disease
το αφροδισιακό νόσημα του νοσήματος τα νοσήματα των νοσημάτων
65
worms
μόλυνση εντέρου
66
toothache
πονόδοντο
67
anesthetic
αναισθητικό
68
syringe
σύριγγα
69
antibiotic
αντιβιοτικό
70
first name & last name
ονοματεπώνυμο
71
nickname, title
η επωνυμία
72
last name, surname, family name
επώνυμο
73
first name
μικρό όνομα
74
by name
εξ ονόματος
75
myocarditis
μυοκαρδίτιδα
76
myopia (nearsighted)
μυωπία
77
myopic (nearsightedness)
μυωπικός
78
accident
το δυστύχημα του δυστυχήματος τα δυστυχήματα των δυστυχημάτων
79
addiction
βλαβερή συνήθεια
80
aspirin
ασπιρίνη
81
bandage
επίδεσμος
82
BP
πίεση
83
blood test
η ανάλυση αίματος της ανάλυσης/αναλύσεως οι αναλύσεις των αναλύσεων
84
contraceptive
αντισυλληπτικό
85
injection
ένεση
86
injury
πληγή | -ών
87
medicine/medication
φάρμακο
88
medicine (field)
ιατρική
89
menstruation
εμμηνόπαυση
90
vitamin
η βιταμίνη της βιταμίνης οι βιταμίνες των βιταμινών
91
prescription
η συνταγή της συνταγής οι συνταγές των συνταγών
92
pregnant
έγκυος -α -ο
93
(n.) diabetic
(m) : διαβητικός | (f) : διαβητικιά
94
(n.) epileptic
(m) : επιλεπτικός | (f) : επιλεπτικιά
95
(n.) asthmatic
(m) : ασθματικός | (f) : ασθματικιά
96
I'm allergic to...
Είμαι ελλεργικός/αλλεργικιά στα ...
97
penicillin
πενικιλίνη
98
abdomen; [belly]
η γαστήρ [η κοιλιά], κοιλιακή χώρα
99
lower abdomen
το υπογάστριο
100
abdominal
γαστρικός, κοιλιακός
101
abdominal muscle
κοιλιακός μυς (-οί -ύες)
102
gastroenteritis (inflammation of the stomach)
η γαστρεντερίτιδα | των γαστρεντερίτιδων (or -ίδων)
103
gastroenteric
γαστρεντερικός -ή ό
104
vertebra
ο σπόνδυλος...οι σπόνδυλοι του σπονδύλου...των σπονδύλων το σπόνδυλο...τους σπονδύλους - σπόνδυλε...- σπόνδυλοι
105
vomit
ο εμετός | -οί
106
spine, spinal column, vertebral column
η σπονδυλική στήλη
107
spinal
σπονδυλικός
108
spinal cord
ο νωτιαίος μυελός
109
marrow
ο μυελός; το μεδούλι
110
blood
το αίμα του αίματος τα αίματα των αιμάτων
111
bloody
αιματηρός -ή -ό; γεμάτος αίμα
112
bleed (αβ); bleed (heavily)/hemorrhage
ματώνω; αιμορραγώ
113
bleeding ('participle')
ματωμένος
114
stroke
η εγκεφαλική συμφόρηση; η αποπληξία; το εγκεφαλικό {καθομιλουμένη}
115
heart attack, cardiac arrest
η καρδιακή προσβολή
116
heart disease
η καρδιακή πάθηση
117
heart failure
η καρδιακή ανεπάρκεια