Vocabulary (Projekt) Flashcards
(179 cards)
betreten (betritt, betrat, hat betreten)
μπαίνω, εισέρχομαι σε
es belassen bei + D (belässt, beließ, hat belassen)
περιορίζομαι σε
berufsreif
σε ώριμη ηλικία για εργασία
reichhaltig
θρεπτικός
ursprünglich
αρχικά
auf/tauchen
εμφανίζομαι
recherchieren
ερευνώ
sinngemäß
σύμφωνα με το νόημα
der Gesamtumsatz
συνολικός τζίρος
erheblich
σημαντικός
zweifelsohne
χωρίς αμφιβολία
gleichermaßen
το ίδιο, σε ίδιο βαθμό
mittlerweile
στο μεταξύ, πλέον
gut situiert
ευκατάστατος
der Reklameträger, -
φορέας διαφήμισης
die Liebhaberei
αγαπημένη απασχόληση, χόμπι
das Engagement, -s
στράτευση, κινητοποίηση
die Verkürzung
σύντομη περίληψη
die Trefferquote, -n
ποσοστό επιτυχίας
exorbitant
τρομερός, εξαιρετικός
sonnendurchflutet
ηλιόλουστος
fanmeilenselig
που εκθειάζεται από τους οπαδούς
omnipräsent
πανταχού παρών
die Regie
η σκηνοθεσία