Vocabulary Κ - 2 Flashcards Preview

GREEK Book 1 > Vocabulary Κ - 2 > Flashcards

Flashcards in Vocabulary Κ - 2 Deck (67)
Loading flashcards...
1
Q

Καναδάς (ο)

A

Canada

2
Q

καναπές (ο)

A

couch, sofa

3
Q

κανάτα (η)

A

jug

4
Q

κανείς / κανένας, καμία / καμιά, κανένα PRON

A

a, any, anyone, no one

5
Q

κανόνας (ο)

A

rule

6
Q

κανονίζω

A

to plan, to arrange

7
Q

κάνω

A

to do, to fit, to make, to cost

8
Q

καπάκι (το)

A

to top, cover

9
Q

καπελάκι (το)

A

hat (diminutive)

10
Q

καπέλο (το)

A

hat

11
Q

καπνίζω

A

to smoke

12
Q

κάπνισμα (το)

A

smoking

13
Q

κάμπινγκ (το)

A

camping site

14
Q

καπνιστής (ο)

A

smoker

15
Q

κάποιος, κάποια, κάποιο

A

someone, anyone; some, any

16
Q

κάπου

A

somewhere

17
Q

κάρβουνο (το)

A

coal, charcoal

18
Q

καρδιά (η)

A

heart

19
Q

καρδιογράφημα (το)

A

cardiogram

20
Q

καρδιολόγος (ο/η)

A

cardiologist

21
Q

καρδούλα (η)

A

heart (diminutive)

22
Q

καρέκλα (η)

A

chair

23
Q

καρναβάλι (το)

A

carnival

24
Q

καρνέ (το)

A

notepad

25
Q

καρότο (το)

A

carrot

26
Q

καρπός (ο)

A

fruit

27
Q

ξηροί καρποί

A

dried fruit and nuts

28
Q

καρπούζι (το)

A

watermelon

29
Q

κάρτα (η)

A

card, credit card, phone card

30
Q

κάρτα επιβίβασης

A

boarding pass

31
Q

καρτεράω / καρτερώ

A

to wait, wait for

32
Q

καρτοτηλέφωνο (το)

A

card phone

33
Q

κασέρι (το)

A

yellow cheese

34
Q

κασκόλ (το)

A

scarf

35
Q

καστανός, καστανή, καστανό

A

brown

36
Q

κατάθεση (η)

A

deposit

37
Q

καταθέτω

A

to deposit

38
Q

καταιγίδα (η)

A

storm

39
Q

καταλαβαίνω

A

to understand

40
Q

κατάλογος (ο)

A

menu, catalogue, list; phone book, directory

41
Q

καταναλωτικός, καταναλωτική, καταναλωτικό

A

consumer (adj)

42
Q

καταπληκτικά

A

great, terrific

43
Q

καταπληκτικός, καταπληκτική, καταπληκτικό

A

amazing, astonishing (adj)

44
Q

καταπράσινος, καταπράσινη, καταπράσινο

A

lush green

45
Q

κατασκευή (η)

A

construction, structure

46
Q

κατάσταση (η)

A

the situation, condition

47
Q

η οικογενειακή σας κατάσταση

A

your marital status

48
Q

κατάστημα (το)

A

shop, store

49
Q

καταστροφή (η)

A

disaster, destruction, devastation

50
Q

κατάστρωμα (το)

A

deck

51
Q

καταφέρνω

A

to manage

52
Q

κατεβάζω

A

to drop

53
Q

κατεβαίνω

A

to go down, to get off

54
Q

κατηγορούμενος, κατηγορούμενη, κατηγορούμενο

A

(the) accused (part)

55
Q

κάτι

A

something, some

56
Q

κατοικία (η)

A

house, residence

57
Q

κάτοικος (ο/η)

A

inhabitant

58
Q

κατσαρός, κατσαρή, κατσαρό

A

curly

59
Q

κάτω

A

down, under, bottom

60
Q

καφέ (το)

A

brown (n)

61
Q

καφέ, καφέ, καφέ

A

brown (adj)

62
Q

καφεδάκι (το)

A

coffee (diminutive)

63
Q

καφενείο (το)

A

coffee shop

64
Q

καφές (ο)

A

coffee

65
Q

καφετιέρα (η)

A

coffee machine

66
Q

κείμενο (το)

A

text

67
Q

κεντρικός, κεντρική, κεντρικό

A

central (adj)