Ρήματα Flashcards
This flashcard deck was created using Flashcardlet's card creator (269 cards)
0
Q
γελώ
υποτακτική αόρ.
A
Να γελάσω
1
Q
γελώ
αόρ.
A
γέλασα
2
Q
γελώ
παρατατικός
A
γελούσα
3
Q
γελώ
μετάφραση
A
Ridere
4
Q
βάζω
μετάφραση
A
Mettere, indossare
5
Q
βάζω
αόρ.
A
έβαλα
6
Q
βάζω
παρατατικός
A
έβαζα
7
Q
βάζω
υποτακτική
A
να βάλω
8
Q
βαίνω
μετάφραση
A
Andare avanti, progredire, avanzare
9
Q
βαίνω
αόρ.
A
βήκα
10
Q
βαίνω
αόρ. υποτακτική
A
να βω
11
Q
βαίνω
αόριστο μέλλον
A
θα βω
12
Q
Βγαίνω
Μετάφραση
A
Uscire
13
Q
βγαίνω
αόρ.
A
βγήκα
14
Q
βγαίνω
αόρ. υποτακτική
A
να βγω
15
Q
αρκώ
μετάφραση
A
essere sufficiente, bastare
16
Q
αρκώ
αόρ.
A
άρκεσα
17
Q
αρκώ
αόρ. υποτακτική
A
να αρκέσω
18
Q
βλέπω
μετάφραση
A
vedere
19
Q
βλέπω
αόρ.
A
είδα
20
Q
βλέπω
αόρ. υποτακτική
A
να δω
21
Q
βρίσκω
μετάφραση
A
trovare
22
Q
βρίσκω
αόρ.
A
βρήκα
23
Q
βρίσκω
αόρ. υποτακτική
A
να βρω
24
γέρνω
| μετάφραση
curvare, piegare
25
γέρνω
| αόρ.
έγειρα
26
γέρνω
| αόρ. υποτακτική
να γείρω
27
γερνώ
| μετάφραση
invecchiare
28
γερνώ
| αόρ.
γέρασα
29
γερνώ
| αόρ. υποτακτική
να γεράσω
30
δίνω
| μετάφραση
dare
31
δίνω
| αόρ.
έδωσα
32
δίνω
| αόρ. υποτακτική
να δώσω
33
διψώ
| μετάφραση
aver sete
34
διψώ
| αόρ.
δίψασα
35
διψώ
| αόρ. υποτακτική
να διψάσω
36
έρχομαι
| μετάφραση
venire
37
έρχομαι
| αόρ.
ήρθα
38
έρχομαι
| αόρ. υποτακτική
να 'ρθω
39
θέλω
| μετάφραση
volere
40
θέλω
| αόρ.
ήθελα
41
καίω
| μετάφραση
bruciare
42
καίω
| αόρ.
έκαψα
43
καίω
| παρατατικός
έκαιγα
44
καίω
| αόρ. υποτακτική
να κάψω
45
καλώ
| μετάφραση
chiamare
46
καλώ
| ενεστώτας
(καλέω)
47
καλώ
| αόρ.
κάλεσα
48
καλώ
| αόρ. υποτακτική
να καλέσω
49
αρκώ
| ενεστώτας
(αρκέω)
50
γελώ
| ενεστώτας
γελάω
51
γερνώ
| ενεστώτας
γερνάω
52
διψώ
| ενεστώτας
διψάω
53
κερνώ
| ενεστώτας
κερνάω
54
κερνώ
| μετάφραση
offrire da bere o mangiare
55
κερνώ
| αόρ.
κέρασα
56
κερνώ
| αόρ. υποτακτική
να κεράσω
57
κλαίω
| μετάφραση
piangere
58
κλαίω
| αόρ.
έκλαψα
59
κλαίω
| αόρ. υποτακτική
να κλάψω
60
λαβαίνω
| μετάφραση
prendere
61
λαβαίνω
| αόρ.
έλαβα
62
λαβαίνω
| αόρ. υποτακτική
να λάβω
63
λέω
| αόρ.
είπα
64
λέω
| αόρ. υποτακτική
να πω
65
μαθαίνω
| μετάφραση
imparare
66
μαθαίνω
| αόρ.
έμαθα
67
μαθαίνω
| αόρ. υποτακτική
να μάθω
68
μένω
| μετάφραση
abitare, restare
69
μένω
| αόρ.
έμεινα
70
μένω
| αόρ. υποτακτική
να μείνω
71
μπαίνω
| μετάφραση
entrare
72
μπαίνω
| αόρ.
μπήκα
73
μπαίνω
| αόρ. υποτακτική
να μπω
74
μπορώ
| μετάφραση
potere
75
μπορώ
| ενεστώτας
(μπορέω)
76
μπορώ
| αόρ.
μπόρεσα
77
μπορώ
| αόρ. υποτακτική
να μπορέσω
78
ξεχνώ
| μετάφραση
dimenticare
79
ξεχνώ
| ενεστώτας
ξεχνάω
80
ξεχνώ
| αόρ.
ξέχασα
81
ξεχνώ
| αόρ. υποτακτική
να ξεχάσω
82
παίρνω
| μετάφραση
prendere
83
παίρνω
| αόρ.
πήρα
84
παίρνω
| αόρ. υποτακτική
να πάρω
85
πεινώ
| μετάφραση
aver fame
86
πεινώ
| ενεστώτας
πεινάω
87
πεινώ
| αόρ.
πείνασα
88
πεινώ
| αόρ. υποτακτική
να πεινάσω
89
περνώ
| μετάφραση
passare
90
περνώ
| ενεστώτας
περνάω
91
περνώ
| αόρ.
πέρασα
92
περνώ
| αόρ. υποτακτική
να περάσω
93
πετώ
| μετάφραση
gettare, volare
94
πετώ
| ενεστώτας
πετάω
95
πετώ
| αόρ.
πέταξα
96
πετώ
| αόρ. υποτακτική
να πετάξω
97
πηγαίνω
| μετάφραση
andare
98
πηγαίνω
| αόρ.
πήγα
99
πηγαίνω
| αόρ. υποτακτική
να πάω
100
πίνω
| μετάφραση
bere
101
πίνω
| αόρ.
ήπια
102
πίνω
| αόρ. υποτακτική
να πιω
103
στέλνω
| μετάφραση
mandare
104
στέλνω
| αόρ.
έστειλα
105
στέλνω
| αόρ. υποτακτική
να στείλω
106
τείνω
| μετάφραση
tendere
107
τείνω
| αόρ.
έτεινα
108
τείνω
| αόρ. υποτακτική
να τείνω
109
τρώω
| μετάφραση
mangiare
110
τρώω
| αόρ.
έφαγα
111
τρώω
| αόρ. υποτακτική
να φάω
112
υπάρχω
| μετάφραση
esistere, esserci
113
υπάρχω
| παρατατικός
υπήρχα
114
υπάρχω
| αόρ.
υπήρξα
115
υπάρχω
| αόρ. υποτακτική
να υπάρξω
116
φέρνω
| μετάφραση
portare
117
φέρνω
| αόρ.
έφερα
118
φέρνω
| αόρ. υποτακτική
να φέρω
119
φεύγω
| μετάφραση
andarsene, fuggire
120
φεύγω
| αόρ.
έφυγα
121
φεύγω
| αόρ. υποτακτική
να φύγω
122
ταξιδεύω
viaggiare
123
ετοιμάζω
preparare
124
γνωρίζω
conoscere
125
νιώθω
sentirsi (di salute)
126
παρακαλώ
pregare
127
δείχνω
mostrare, indicare
128
γεμίζω
riempire, gremire
129
συζητώ
| μετάφραση
discutere, conversare
130
συζητώ
| ενεστώτας
συζητάω
131
ξέρω
| μετάφραση
sapere
132
ξέρω
| αόρ.
ήξερα
133
χαιρετώ
| μετάφραση
salutare
134
χαιρετώ
| ενεστώτας
χαιρετάω
135
ανθίζω
fiorire
136
κλείνω
| μετάφραση
chiudere
137
κλείνω
| αόρ.
έκλεισα
138
κλείνω
| παρατατικός
έκλεινα
139
κλίνω
| μετάφραση
inclinare, tendere, declinare
140
κλίνω
| παρατατικός
έκλινα
141
κλίνω
| αόρ.
έκλινα
142
ζω
| μετάφραση
vivere
143
ζω
| ενεστώτας
(ζέω)
144
ζω
| παρατατικός
ζούσα
145
ζω
| αόρ.
έζησα
146
ζω
| αόρ. υποτακτική
ζήσω
147
φωνάζω
| μετάφραση
gridare, chiamare
148
φωνάζω
| αόρ.
φώναξα
149
ακούω
| μετάφραση
ascoltare, sentire
150
ακούω
| παρατατικός
άκουγα
151
ακούω
| αόρ.
άκουσα
152
ακούω
| αόρ. υποτακτική
να ακούσω
153
φταίω
| μετάφραση
aver colpa
154
φταίω
| παρατατικός
έφταιγα
155
φταίω
| αόρ.
έφταιξα
156
διαβάζω
| μετάφραση
leggere, studiare
157
παρακολουθώ
| μετάφραση
seguire, frequentare
158
αρχίζω
| μετάφραση
iniziare
159
μαγειρεύω
| μετάφραση
cucinare
160
αρέσω
| μετάφραση
piacere
161
ρωτώ
| μετάφραση
chiedere, domandare
162
παίζω
| μετάφραση
giocare, suonare
163
τηλεφωνώ
| μετάφραση
telefonare
164
δένω
| μετάφραση
allacciare
165
αποτελώ
costituire
166
αποτελώ
| ενεστώτας
(αποτελέω)
167
αποτελώ
| αόρ.
αποτέλεσα
168
αφαιρώ
sottrarre
169
αφαιρώ
| ενεστώτας
(αφαιρέω)
170
αφαιρώ
| αόρ.
αφαίρεσα
171
διαιρώ
dividere
172
διαιρώ
| ενεστώτας
(διαιρέω)
173
διαιρώ
| αόρ.
διαίρεσα
174
εκτελώ
eseguire
175
εξαιρώ
escludere
176
(ε)παινώ
lodare
177
επαινώ
| ενεστώτας
(επαινέω)
178
επαινώ
| αόρ.
επαίνεσα
179
πονώ
aver dolore
180
πονώ
| ενεστώτας
(πονέω)
181
πονώ
| αόρ.
πόνεσα
182
συγχωρώ
perdonare
183
συγχωρώ
| ενεστώτας
(συγχωρέω)
184
συγχωρώ
| αόρ.
συγχώρεσα
185
φορώ
portare, indossare
186
φορώ
| ενεστώτας
(φορέω)
187
φορώ
| αόρ.
φόρεσα
188
βουτώ
tuffarsi, rubare
189
βουτώ
| ενεστώτας
βουτάω
190
βουτώ
| αόρ.
βούτηξα
191
πηδώ
saltare
192
πηδώ
| ενεστώτας
πηδάω
193
πηδώ
| αόρ.
πήδηξα
194
ρουφώ
aspirare
195
ρουφώ
| ενεστώτας
ρουφάω
196
ρουφώ
| αόρ.
ρούφηξα
197
τραβώ
tirare
198
τραβώ
| ενεστώτας
τραβάω
199
τραβώ
| αόρ.
τράβηξα
200
φυσώ
soffiare
201
φυσώ
| ενεστώτας
φυσάω
202
φυσώ
| αόρ.
φύσηξα
203
σχολώ
finire un lavoro
204
σχολώ
| ενεστώτας
σχολάω
205
σχολώ
| αόρ.
σχόλασα
206
χαλώ
distruggere
207
χαλώ
| ενεστώτας
χαλάω
208
χαλώ
| αόρ.
χάλασα
209
βαστώ
tenere
210
βαστώ
| ενεστώτας
βαστάω
211
βαστώ
| αόρ.
βάσταξα
212
κοιτώ
guardare
213
κοιτώ
| ενεστώτας
κοιτάω
214
κοιτώ
| αόρ.
κοίταξα
215
πείθω
convincere
216
ανοίγω
aprire
217
πλέκω
intrecciare
218
τρέχω
correre
219
διδάσκω
insegnare
220
διώχνω
scacciare
221
σφίγγω
stringere
222
σφίγγω
| αόρ.
έσφιξα
223
κηρύσσω
annunciare, proclamare
224
κηρύσσω
| αόρ.
κήρυξα
225
λάμπω
splendere
226
ανάβω
accendere
227
βάφω
dipingere
228
φτάνω
arrivare
229
σπουδάζω
studiare
230
κλειδώνω
chiudere a chiave
231
σταματώ
Smettere di fare + cong. pres.
232
σταματώ
| ενεστώτας
σταματάω
233
κτυπώ
suonare, bussare
234
κτυπώ
| ενεστώτας
κτυπάω
235
σηκώνω
alzare, sollevare
236
σηκώνω
| αόρ.
σήκωσα
237
φροντίζω
preoccuparsi, curarsi
238
ενώνω
unire
239
ενώνω
| αόρ.
ένωσα
240
απαντώ
rispondere, incontrare
241
απαντώ
| ενεστώτας
απαντάω
242
καταλαβαίνω
comprendere
243
αποφασίζω
decidere
244
προτείνω
proporre
245
θα + impf.
condizionale
246
πειράζω
disturbare
247
πειράζω
| αόρ.
πείραξα
248
αλλάζω
cambiare
249
αλλάζω
| αόρ.
άλλαξα
250
ψάχνω
cercare
251
ψάχνω
| αόρ.
έψαξα
252
ζητώ
ricercare
253
ζητώ
| ενεστώτας
ζητάω
254
τελειώνω
finire, smettere
255
βλέπομαι
| αόρ.
ειδώθηκα
256
βρίσκομαι
| αόρ.
βρέθηκα
257
δίνομαι
| αόρ.
δόθηκα
258
καίγομαι
| αόρ.
κάηκα
259
κλαίγομαι
| αόρ.
κλάφτηκα
260
λέγομαι
| αόρ.
ειπώθηκα
261
παίρνομαι
| αόρ.
πάρθηκα
262
πίνομαι
| αόρ.
πιώθηκα
263
πλένομαι
| αόρ.
πλύθηκα
264
τρώγομαι
| αόρ.
φαγώθηκα
265
γίνομαι
diventare, succedere, capitare
266
γίνομαι
| αόρ.
έγινα
267
φαίνομαι
| αόρ.
φάνηκα
268
στρέφομαι
| αόρ.
στράφηκα